Ο Κολοκοτρώνης πλησίαζε την πόλη (Τριπολιτσά) και άφησα τη θέση που είχα ως τότε, για να παρατηρήσω από κοντά τον διαβόητο αυτόν άνδρα που είχε τότε πολύ κύρος στους Έλληνες. Ίππευε ένα ωραίο άσπρο αραβικό άτι. Η φορεσιά του ήταν κόκκινο αφής, πλούσια κεντημένη με χρυσάφι και ραμμένη με τον αλβανικό τρόπο. Στους ώμους του ήταν δύο ολόχρυσες λεοντοκεφαλές και στο αριστερό του χέρι κρατούσε ένα μπαστούνι με χρυσό πόμολο (στραταρχική ράβδο) στηριγμένη στο δεξί πόδι. Το κάλυμμα της κεφαλής του ήταν ένα πλακουτσωτό κόκκινο σκουφί τριγυρισμένο με χοντρό μεταξωτό μαντήλι. Τα πόδια του από τους αστραγάλους ως επάνω από τις κνήμες περιβάλλονταν με περικνημίδες (τουσλούκια) χρώματος ανοιχτού μπλε και κόκκινου. Τα παπούτσια επίσης κόκκινα. Το άλογο του ήταν επιστρωμένο με κόκκινη μαροκινή σέλα, κεντημένη με χρυσό στο πίσω και ανυψωμένο μέρος της διακρινόταν επτά χρυσά άστρα και το μισοφέγγαρο. Το κοντινό του περιβάλλον το αποτελούσαν οι δύο γιοι του και ο γιος της φημισμένης Μπομπουλίνας, ένα αγόρι 12 περίπου χρόνων, οι οποίοι τον ακολουθούσαν ντυμένοι επίσης με βαρύτιμα ρούχα, ιππεύοντας μεγαλόπρεπα άλογα.
Περιγραφή του Θ. Κολοκοτρώνη από τον Πρώσσο αξιωματικό C. M. scherbian.