Η απόφαση

‘’...Bλέποντες τόν εαυτόν μας, τό στράτευμα καί τούς πολίτας, εν γένει μικρούς καί μεγάλους παρ ελπίδα εστερημένους από όλα τά κατεπείγοντα αναγκαία τής ζωής πρό 40 ημέρας καί ότι επληρώσαμεν τά χρέη μας ως πιστοί στρατιώται τής πατρίδος εις στενήν πολιορκίαν ταύτην καί ότι, εάν μίαν ημέραν υπομείνωμεν περισσότερον, θέλομεν αποθάνει όρθιοι εις τούς δρόμους όλοι.. Θεωρούντες εκ τού άλλου ότι μάς εξέλιπεν κάθε ελπίς βοηθείας καί προμηθείας τόσον από τήν θάλασσαν καθώς καί από τήν ξηράν, ώστε νά δυνηθώμεν νά βαστάξωμεν, ενώ ευρισκόμεθα νικηταί τού εχθρού, αποφασίσαμεν ομοφώνως: H έξοδος μας νά γίνη βράδυ εις τάς δύο ώρας τής νυκτός 10 Aπριλίου, ημέρα Σάββατον καί ξημερώνοντας τών Bαϊων, κατά τό εξής σχέδιον, ή ελθη ή δέν έλθη βοήθεια...

Eν Mισολογγίω 10 Aπριλίου 1826.‘’

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

ΠΩΣ ΕΠΕΣΕ ΤΟ ΒΑΣΙΛΑΔΙ

ΠΩΣ ΕΠΕΣΕ ΤΟ ΒΑΣΙΛΑΔΙ

Οι λίγοι Μεσολογγίτες που βαστούσαν το μικρό αυτό νησί με το ντουφέκι και με τα λίγα κανόνια πούχανε, πολεμούσαν ώρες, κ’ οι Αραπάδες τίποτε δεν θα κάναν. Όμως ήταν εκεί ένα Μεσολογγιτάκι, ο Σπύρος , δέκα χρονών , παιδί του φρούραρχου και κανονιέρη Αναστάσιου Παπαλουκά, και βοηθούσε, κι΄ αυτό με τα μικρά του χέρια μοιράζοντας φυσέκια στους πολεμιστάδες. ‘Αμαθο όμως από τη φωτία , καθω΄ς είδε ένα από τα μικρά κανόνια γιομάτο, έτοιμο με το προσαναμμά του(αβιψότι), αρπάζει ένα δαύλι αναμμένο και βάνει φωτιά στην τρύπα. Παίρνει φωτιά το μπαρούτι, σκάζει το κανόνι, και τινάζει πέρα τα κομμάτια του, ένα κομμάτι μαζί με του δαυλού τα κάρβουνα έπεσε στης μπαρούτης το βαρέλι και πετάει στον αγέρα την αποθήκη κ’ εννιά ανθρώπους, πάνε και τα πολεμοφόδια. Τότε , αφού κοντεύανε να σωθούν και τα φυσέκια που κάθε παλικάρι είχε απάνου του , άφησαν το νησάκι και περάσανε φανερά , ενώ τ’ Αράπικα κανόνια και ντουφέκια δουλεύανε με λύσσα γύρω τους, και βγήκανε στο νησί της Τουρλίδας, κι από κει περπατώντας μέσα στο νερό κι’ ακολουθόντας ένα μονοπάτι κρυφό, τα Κάκαρα , γλυτώσανε στο Μεσολόγγι, τριάντα όλοι τους. Μα το έρημο Βασιλάδι χάθηκε, κι’ αυτό ήταν χαμός όχι μικρός για τη Μεγάλη τη Φρουρά.

Ν. Δ. Μακρή , Ιστορία του Μεσολογγίου

(Ανέκδοτο χειρόγραφο Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος)

Άμα οι Βασιλαδίτες φτάσανε κοντά στο Μεσολόγγι μαζεύτηκε ο λαός και τους αγνάντευε , κι’ άρχισε σκληρά να τους βρίζη γιατί να παραδώσουνε το Βασιλάδι. Αυτοί βλέποντας τα χειρότερα φωνάζανε:

-Πήρε φωτιά ο τζεπχανές!

Αφού τέλος καταλάβανε το τι είχε γίνει , τους αγκαλιάσανε με κλάματα και τους περιποιηθήκανε , καθώς είχανε φτάσει μισόγυμνοι, μισοκαμένοι και βρεμένοι μούσκεμα .

Σώθηκε κι’ ο Σπύρος ο Παπαλουκάς, ο αθώος αίτιος του κακού.

ΑΡΤ. ΜΙΧΟΥ , Απομνημονεύματα δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου 1825-1826

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

‘’ Οι δε Μεσολογγίται εις όλον το διάστημα της πολιορκίας έδωκαν άπειρα δείγματα της καρτερίας και γενναιοψυχίας των , διότι ήταν εκ των πρώτων, όπου να ριψοκινδυνεύουν , οι πρώτοι εις τας μάχας και όπου ηρίστευον ελάμβαναν μόνοι σχεδόν και πάντοντε μέρος εις τας εξόδους , αφήνοντες κατά ταύτας τους πλειότερους νεκρούς και επέστρεφαν με τους περισσότερους τραυματίας. Εφύλαττον δε πάντοτε τας πλέον επικινδύνους θέσεις και ως πυροβολισταί εις τα κανονοστάσια και με τα τουφέκια εστέκοντο εις τας επάλξεις ’’ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΠΥΡΟΜΗΛΙΟΣ

'' Ζαρκαδοπαφίλια έλεγε τους Βαλτινούς γιατί φορούσανε πολλά και πλούσια αργυροχρυσωμένα στολίδια (χα’ι’μαλία , τσαπράζια , γατζούδια και τοκάδες) στα στήθια , στα ποδάρια , στο σελάχι κι’ απάνου στ’ άρματα μοιάζοντας με τα ζαρκάδια που τα ημέρωναν οι παλιοί Αρματωλοί και τα σέρνανε μαρτίνια στολισμένα με πολλά παφίλια '' - ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ’Ι’ΣΚΑΚΗΣ

«Μεγάθυμοι» και «Μενεχάρμαι» - ΌΜΗΡΟΣ