Η απόφαση

‘’...Bλέποντες τόν εαυτόν μας, τό στράτευμα καί τούς πολίτας, εν γένει μικρούς καί μεγάλους παρ ελπίδα εστερημένους από όλα τά κατεπείγοντα αναγκαία τής ζωής πρό 40 ημέρας καί ότι επληρώσαμεν τά χρέη μας ως πιστοί στρατιώται τής πατρίδος εις στενήν πολιορκίαν ταύτην καί ότι, εάν μίαν ημέραν υπομείνωμεν περισσότερον, θέλομεν αποθάνει όρθιοι εις τούς δρόμους όλοι.. Θεωρούντες εκ τού άλλου ότι μάς εξέλιπεν κάθε ελπίς βοηθείας καί προμηθείας τόσον από τήν θάλασσαν καθώς καί από τήν ξηράν, ώστε νά δυνηθώμεν νά βαστάξωμεν, ενώ ευρισκόμεθα νικηταί τού εχθρού, αποφασίσαμεν ομοφώνως: H έξοδος μας νά γίνη βράδυ εις τάς δύο ώρας τής νυκτός 10 Aπριλίου, ημέρα Σάββατον καί ξημερώνοντας τών Bαϊων, κατά τό εξής σχέδιον, ή ελθη ή δέν έλθη βοήθεια...

Eν Mισολογγίω 10 Aπριλίου 1826.‘’

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

ΟΜΟΡΦΕΣ ΟΙ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ



ΟΜΟΡΦΕΣ ΟΙ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ



‘’ Πήχτρα ο λαός στο μουράγιο, πανηγυρική υποδοχή, τουφεκίδι κανονιές και χίλιες κραυγές ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Το Μεσολόγγι θεόφτωχο και ρυπαρό.

Όμορφες οι Μεσολογγίτισσες, τα μαλλιά τους σε μακριές κοτσίδες φορτωμένες με νομίσματα. Οι περισσότερες τα έβαφαν με κίνα. Οι πιο φιλάρεσκες έβαφαν τα χείλη τους και με πράσινο φλούδι καρυδιού.

Είχε αρχίσει η οχύρωση του Μεσολογγίου, έσκαψαν μια τάφρο, διοχετεύοντας τα νερά από την λιμνοθάλασσα για να χωρίσουν την πόλη από την γύρω περιοχή, αλλά τα έργα είχαν πάρει στραβό δρόμο. Για να μη θυσιάσουν δυο απομονωμένες εκκλησίες έδωσαν, χωρίς λόγο μεγαλύτερο μάκρος στο όρυγμα κι έτσι η ευλαβική χειρονομία πολλαπλασίασε τις δυσκολίες της άμυνας….’’


MAXIME RAYBAUD – Γάλλος νεαρός απόστρατος λοχαγός, έφθασε στο Μεσολόγγι την 3η Αυγούστου 1821 από την Μασσαλία με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο μαζί με άλλους Ευρωπαίους Αξιωματικούς, έγραψε δίτομο χρονικό στο Παρίσι το 1924 και περιγράφει την πρώτη διετία του ξεσηκωμού.

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΓΙΟΡΤΑΣΑΝ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΓΙΟΡΤΗ. ΑΝΑΨΑΝ ΦΩΤΙΕΣ ΠΑΝΤΟΥ ΚΙ ΕΠΑΙΖΑΝ ΤΑ ΝΤΑΟΥΛΙΑ ΚΙ ΟΙ ΖΟΥΡΝΑΔΕΣ



Ο Χουσείν έκαμε κατά που τον ορμήνεψε. Έφτασε γρήγορα στην Κλείσοβα. Βαρούσε, σκότωνε, παρακινούσε τους Αράπηδες.
-             -Ντροπή, μας ξέκαμουν τουτ’ οι αχαμνοί! Φώναζε.
Τον ακούει ένα παιδί από την Κλέισοβα.
-            - Αχαμνοί ξεαχαμνοί ,εδώ μέσα θα σας θάψομε! Φώναζε. Όλους θα σας ρίξομε στη θάλασσα!
-            -Τι  ‘πες ωρέ ! Φωνάζει κάποιος απ’ το πλάι του Χουσείν.
-            -Τώρα θα δεις ! Λέει το παιδί με την ψιλή φωνή του.
Ο αράπης έπιασε τα γένια του. Λέει ο άλλος στα Ελληνικά.
-            -Τι λές, ωρέ ! Εσένα έβαλαν οι δικοί σου να φυλάς την ντάπια; Σαν τι ‘ναι που θα κάμεις; Πού θα πάς; Από πού θα βγείς;
Κάγχασε κι ο Χουσείν.
-             -Τώρα θα δεις, ξανάπε το παιδί με την ψιλή φωνή του. Εμείς εδώ και τα παιδιά φυλάνε ντάπια και σκοτώνουν από σας!
Και του φυτεύει μια στο κούτελο.
-               -Ντροπή! Πρόφτασε να φωνάξει ο Μπέης και πέφτει κάτω.
Πάει ψόφησε εκειδά ο Χουσείν. Γλιτώσαμε απ’ ένα σκύλο. Οι άλλοι λάκησαν. Κι όπως η νύχτα ήταν αφέγγαρη δεν έβλεπαν κι έριχναν αναμεταξύ τους.
Βαρούσε τούρκος τούρκο , τούρκος αράπη, βγήκαν κι οι Μεσολογγίτες από μέσα και χτυπούσαν στο σωρό. Έγινε μακελειό! Κουβαλήσανε στην πόλη ως τρείς χιλιάδες ντουφέκια και μπαλάσκες οι δικοί μας. Και τότε γιόρτασαν την τελευταία γιορτή.

Μόλις πήρε να περπατάει η νύχτα βγήκαν τα γυναικόπαιδα στους δρόμους, κι οι λαβωμένοι με τα δεκανίκια κι οι γερόντοι σύρθηκαν ως τα παραθύρια.
Άναψαν φωτιές παντού κι έπαιζαν τα νταούλια κι οι ζουρνάδες. Κι απάνω στους τάφους άναψε το γλέντι… Κι ας έριχνε ασταμάτητα ο εχθρός . Και κράτησε το τραγούδι κι ο χορός ως την αυγή.

Ελένη Χωρεάνθη – Μεσολόγγι η πολιτεία του νερού.  Σελ 194 & 195

Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΔΥΤΙΚΗΣ ΧΕΡΣΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ




Η ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΔΥΤΙΚΗΣ ΧΕΡΣΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ

Η παντελής απελπισία, αποτέλεσμα του σκληροτάτου ζυγού της οθωμανικής  τυραννίας έβαλεν εις τας χείρας των Ελλήνων τα όπλα ησθάνθησαν ότι δεν ημπορούσαν πλέον να ζήσουν εις την πατρίδα των, αλλ΄ ή αυτήν έπρεπε ν’ αφήσουν ή υπο την μάστιγαν της τυραννίας των δεσμωτηρίων ν΄αποθάνουν, μη δυνάμενοι να εκπληρώσουν τα υπέρ την δύναμιν των ζητήματα των τυράννων των, ή με μέρος του αίματος των να εξαγοράσουν εκείνο των  επιλοίπων αδελφών των, των γυναικών και τέκνων. ΑΠΕΦΑΣΙΣΑΝ ΤΟ ΤΡΙΤΟΝ ΚΑΙ ΕΛΑΒΟΝ ΤΑ ΟΠΛΑ…

 ΤΕΤΑΡΤΗ ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ - ΕΝ ΕΤΕΙ ΧΙΛΙΟΣΤΩ ΟΚΤΑΚΟΣΙΟΣΤΩ ΕΙΚΟΣΤΩ ΠΡΩΤΩ

Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΝ ΣΩΜΑ, ΓΕΝΝΗΜΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ




 Παρακαλείται το κοινόν του Μεσολογγίου, αν ευαρεστείται, να προσέλθη και ιδη το κατά την 11 τρεχ. Μετενεχθέν εις την πόλιν μας φοβερόν θέαμα.

Εν ανθρώπινον σώμα, γέννημα Μεσολογγίου, ονόματι Γεωρ. Μπακογιάννης, απομεινάριον της εξόδου Μεσολογγίου, και έχων τρείς αδελφάς αιχμαλώτους, εστάλη εξ Αθηνών δια να αποτεθή εις την πόλιν μας.

Ο Μεσολογγίτης λοιπόν αυτός δύναται να χρησιμεύση ως μια ζωντανή μαρτυρία όλων  των χαρίτων, όλων των ευτυχιών, και όλων των αγαθών ενός αληθούς αγωνιστού, καθότι την νύκτα της εξόδου , ότε ο δυστυχής ούτος συνεπλάκη με τους Τούρκους, και του ελιάνισαν δια σπάθης την αριστεράν χείρα, η οποία έκτοτε του έμεινεν άχρηστος, ή δε δεξιά του εξηράνθη και είναι ακίνητος. Ιππείς δε Τούρκοι του έκοψαν την κορυφήν της κεφαλής, η οποία φαίνεται ως περικεκομμένη κεφαλή χειμονικού. Από δε την μεγάλην καλοπέρασιν ο αγωνιστής ούτος επρίσθη κατά τους πόδας.

Αλλά η μόνη αυτή παρηγοριά είναι ότι εσχάτως έχασε και τους δύο οφθαλμούς του. Ως μέσον δε να αναλάβη τι φως του επενοήθη, να τον διώξουν από το τυφλοκομείον των Αθηνών και να τον στείλουν εις το Νοσοκομείον Μεσολογγιου…..

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ (ΑΝΑΣΤ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ – ΕΤΟΣ Δ’  ΑΡΙΘ. 26 της 16 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1859)


Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

ΠΩΣ ΥΦΑΙΝΟΥΝ & ΝΤΥΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΙΤΩΛΟΙ - ’’ Η ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΑ ’’





Το χαρακτηριστικό από τα φορέματα του τόπου είναι η φουστανέλλα. Απ’ αυτή παίρνει το όνομα «φουστανελλοφόρος» κείνος, που φοράει τα ντόπια αιτωλικά  φορέματα.
Τη φουστανέλλα τη ράβουν οι ίδιες οι γυναίκες (παλαιότερα την έρραβαν κι ραφτάδες για καλύτερα) – με πανί αμερικάνικο λευκασμένο ή με χασέ( χασιδένια φουστανέλλα. Για να γίνη μεγάλη φουστανέλλα, χρειάζεται ένα ακέραιο κομμάτι πανί. Κόβονται πρώτα τα λαγγιόλια, τριγωνικά κάπως κομμάτια παντού.
Συράβοντας εξ λαγγιόλια φκειάνουν μάννα ή λόξα. Κολλούν έπειτα τις μαννάδες κι η φουστανέλλα έτοιμη. Η πιο ξακουσμένη κι ονομαστή στα χρονικά των φουστανελλοφόρων φουστανέλλα μι σαράντα μαννάδες: « φοράει φουστανέλλα μι σαράντα μαννάδις αυτός» . Ο κάτω γύρος της φουστανέλλας πιστρώνεται και το πίστρωμα αυτό το περνούν με γαζί (το γαζώνουν). Στη μέση σουφρώνονται οι μαννάδες. Οι δίπλες συρράβονται κι έτσι εδώ γίνεται η σούφρα ή σούρα. Απ’ τη μια ως την άλλη άκρη της σούρας συμπιάνεται ένα βαμπακερός σωλήνας φκειασμένος από χοντρό πλεχτό κορδόνι από λωρίδες πανιού φκειασμένο. Έτσι γίνεται στέρια βάση όλης της φουστανέλλας. Εδώ κρατιέται το βάρος της. Είναι η φρέζα.

ΤΟ ΜΑΚΡΟΣ ΤΗΣ ΔΕΝ ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΝΑ.   ΣΤΑ ΜΕΤΡΑ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΑ, ΑΝ Η ΚΑΤΩ ΑΚΡΑ ΤΗΣ ΕΓΓΙΖΕΙ ΤΗΝ ΚΛΕΙΔΩΣΗ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΚΡΥΒΕΙ ΤΗΝ ΑΝΤΖΑ.

Εννοείται , πως αυτή η φουστανέλλα, είναι η πιο τέλεια, που μπορεί να φανταστεί κανένας. Φκειάνουν όμως και φουστανέλλες κατώτερες με λιγώτερες μαννάδες οι φτωχότεροι.
Τα παλιά χρόνια οι φουστανέλλες ράβοντας από χειρίσιο χοντρόπανο και μάλιστα με κορμί απάνω, όχι με φρέζα. Αφού τις ράβανε δηλαδή τις κολλούσαν έτσι φκειασμένες σε πάνινο γελέκι χωρίς μανίκια που σκέπαζε όλο το κορμί και κουμπώνοταν μπροστά με θηλυκωτήρες. Τέτοιες κορμοφουστανέλλες φκειάνουν και σήμερα ακόμα –(κει που συνηθιέται η φουστανέλλα) για τα παιδιά που δεν είναι άξια να κρατήσουν άλλου είδους φουστανέλλα στη μέση τους.
Εδώ και λίγα χρόνια, οι τσοπανηδες φορούσαν και τις λέρες φουστανέλλες, δηλαδή αλειμμένες με ξύγκί(συνήθεια που πήραν απ’ τους κλέφτες).
ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΕ ΤΩΡΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΛΑ ΑΠΟ ΣΚΟΥΡΟ ΔΡΙΛΛΙ ΔΗΛΑΔΗ Ο ΝΤΟΥΛΑΜΑΣ ή  ΠΟΥΚΑΜΙΣΑ.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ ‘’ ΠΩΣ ΥΦΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΝΤΥΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΙΤΩΛΟΙ’’ ΣΕΛ. 61

‘’ Οι δε Μεσολογγίται εις όλον το διάστημα της πολιορκίας έδωκαν άπειρα δείγματα της καρτερίας και γενναιοψυχίας των , διότι ήταν εκ των πρώτων, όπου να ριψοκινδυνεύουν , οι πρώτοι εις τας μάχας και όπου ηρίστευον ελάμβαναν μόνοι σχεδόν και πάντοντε μέρος εις τας εξόδους , αφήνοντες κατά ταύτας τους πλειότερους νεκρούς και επέστρεφαν με τους περισσότερους τραυματίας. Εφύλαττον δε πάντοτε τας πλέον επικινδύνους θέσεις και ως πυροβολισταί εις τα κανονοστάσια και με τα τουφέκια εστέκοντο εις τας επάλξεις ’’ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΠΥΡΟΜΗΛΙΟΣ

'' Ζαρκαδοπαφίλια έλεγε τους Βαλτινούς γιατί φορούσανε πολλά και πλούσια αργυροχρυσωμένα στολίδια (χα’ι’μαλία , τσαπράζια , γατζούδια και τοκάδες) στα στήθια , στα ποδάρια , στο σελάχι κι’ απάνου στ’ άρματα μοιάζοντας με τα ζαρκάδια που τα ημέρωναν οι παλιοί Αρματωλοί και τα σέρνανε μαρτίνια στολισμένα με πολλά παφίλια '' - ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ’Ι’ΣΚΑΚΗΣ

«Μεγάθυμοι» και «Μενεχάρμαι» - ΌΜΗΡΟΣ