Η απόφαση

‘’...Bλέποντες τόν εαυτόν μας, τό στράτευμα καί τούς πολίτας, εν γένει μικρούς καί μεγάλους παρ ελπίδα εστερημένους από όλα τά κατεπείγοντα αναγκαία τής ζωής πρό 40 ημέρας καί ότι επληρώσαμεν τά χρέη μας ως πιστοί στρατιώται τής πατρίδος εις στενήν πολιορκίαν ταύτην καί ότι, εάν μίαν ημέραν υπομείνωμεν περισσότερον, θέλομεν αποθάνει όρθιοι εις τούς δρόμους όλοι.. Θεωρούντες εκ τού άλλου ότι μάς εξέλιπεν κάθε ελπίς βοηθείας καί προμηθείας τόσον από τήν θάλασσαν καθώς καί από τήν ξηράν, ώστε νά δυνηθώμεν νά βαστάξωμεν, ενώ ευρισκόμεθα νικηταί τού εχθρού, αποφασίσαμεν ομοφώνως: H έξοδος μας νά γίνη βράδυ εις τάς δύο ώρας τής νυκτός 10 Aπριλίου, ημέρα Σάββατον καί ξημερώνοντας τών Bαϊων, κατά τό εξής σχέδιον, ή ελθη ή δέν έλθη βοήθεια...

Eν Mισολογγίω 10 Aπριλίου 1826.‘’

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

ΤΙ ΘΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΩΜΕΝ; ΗΜΕΙΣ ΕΙΔΑΜΕΝ & ΕΜΑΘΑΜΕΝ ΤΟΝ ΚΩΛΟΝ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ…. , ΚΑΒΑΛΛΙΚΕΥΟΜΕΝ ΜΙΑ ΦΟΡΑΝ ΠΑΛΙΝ ΤΑ ΚΑΝΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΕΡΑΤΑ ΚΑΙ ΦΕΥΓΟΜΕΝ, ΚΑΙ ΕΡΧΟΜΕΘΑ ΚΑΙ ΣΑΣ ΣΜΙΓΟΜΕΝ ΚΑΙ ΤΟΤΕΣ ΤΡΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ….. (Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ ΑΠΕΥΘΥΝΟΜΕΝΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΡΑ’Ι’ΣΚΑΚΗ )



 Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ ΑΠΕΥΘΥΝΟΜΕΝΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΡΑ’Ι’ΣΚΑΚΗ
 

Καραϊσκάκης  : -  Τότε τι κοπιάζωμεν ημείς απ’ έξω;

Μακρής : - Οι κόποι σας κανέναν  διάφορον ακόμην δεν μας έδωσαν  , ο εχθρός είδες έως που μας επλησιάσεν  , τον εδιώξαμεν χωρίς βοήθειαν. Αποστάσαμεν γράφοντες να πλησιάσετε . Άλλος λέγει προτείνων το ένα , άλλος το άλλο. Τι άλλην βοήθειαν ζητούν από ημάς, να φαγωθούμεν με τον εχθρόν , μύτη με μυτη , να τον πλησιάσουν και εκείνοι , καθώς και ημείς και μαζί να τον διώξωμεν.
Αυτό να κάμετε και τίποτες άλλο. Καραϊσκάκη μόνον σε εσένα χρεωστούμεν χάριν , διότι επροσπάθησες και προσπαθείς , οι δε λοιποί είναι γιομάτοι προφάσεις (…..!!!!!)  

Καραϊσκάκης  : - Κάμετε Καπιταναίοι , καθώς σας λέγω, διότι θα μετανοήσετε και ο Θεός να μας εβγάλη καλά ως το τέλος.

Μακρής : - Τι θα μετανοήσωμεν ;; Ημείς είδαμε και εμάθαμεν τον κώλο του εχθρού , πολεμούμεν , πολεμούμεν έως ότου δυνηθώμεν , και αν δεν θελήσουν να έλθουν εις βοήθειαν , καβαλλικεύομεν μια φορά πάλιν τα κανόνια του κερατά και φεύγομεν και ερχόμεθα και σας σμίγομεν . Και τότες τρέχομεν όλοι μαζι…

Καραϊσκάκης  : - O Θεός να βοηθήση και εσάς και ημάς
(Εζήτησεν πολεμοφόδια  , τον έδωσαν και αναχώρησεν  αφού διέτρεψεν τρείς ημέρες εκεί)

Ν. ΚΑΣΟΜΟΥΛΗΣ « ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ» ΤΟΜΟΣ Β’ , ΣΕΛ 144 & 145

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

ΞΕΧΩΡΙΖΑΝ ΩΣ ΟΙ ‘’ΜΕΣΑ’’ & ΟΙ ‘’ΕΞΩ’’




 ‘’ Οι στρατιώτες των ‘’ έξω ‘’ σωμάτων στις συζητήσεων εις το Ναύπλιον παράσταιναν τους ‘’μέσα‘’ . Πολλάκις ευρεθέντες (παρόντες) στρατιώτες τις Φρουράς και γροικίσαντες τούτο τους εκτύπυσαν.
Ένας στρατιώτης του Παναγιώτη Σωτηρακη* Κραββαρίτη , ακολουθήσας και με άλλους τούτον από το Κράββαρι (έτυχε και) έρριπτεν νερόν από το παράθυρον του καταλυματός του εις την πλατεία του Αγίου Γεωργίου και έβρεχεν τους ανθρώπους. Εκεί ευρέθη ένας εξαδελφός μου Νικολάκης(εφονεύθη αργότερα εις το μετόχι Κερατσινίου) και έβρεξεν και τούτον.
Κοιτάζει ετούτον επάνω , τον βλέπει και τον επιπλήττει, λέγοντας του πως τολμά και τον βρέχει.

‘’ – Σε βρέχω κερατά , διότι έφαγα το βαρούτι με την χούφταν και τρώγοντας έσωσα τα ποντίκια και τα καβούρια εις το Μεσολόγγι και συ με εκύτταζες  απ΄΄έξω ‘’
Ετούτον εγνώρισεν από τα ζωηρά του μάγουλα ότι δεν ήταν της Φρουράς.

‘’ – Στάσου  να σε μάθω να δής ποιος έφαγεν το βαρούτι με την χούφτα ‘’

Μεταξύ αυτών που  σώθηκαν  της εξόδου και αυτών που βρίσκονται έξω από την ιερή πόλη δημιουργήθηκαν εντάσεις και μεγάλη έχθρα . Ξεχώριζαν ως οι ‘’μεσα’’ & οι ‘’έξω’’ .

Ν. ΚΑΣΟΜΟΥΛΗ  « ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 1821 -1833   ,τ. Β  σελ 302

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2012

ΟΙ ΓΥΦΤΟΙ Η ΖΥΓΙΑ & ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΤΑΒΛΑΣ


ΟΙ ΓΥΦΤΟΙ Η ΖΥΓΙΑ & ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΤΑΒΛΑΣ



Ο Γύφτος σχημάτιζε συντροφιά , κομπανία είτε απ’ την δικιά του αποκλειστικά την φαμίλια είτε απ’ τις γύφτικες φαμίλιες του δικού του χωρίου ή διπλανών χωριών. Η κομπανία αυτή ήταν φυσικά φτωχή. Δεν είχε όργανα  παρά βασικά δυο μονάχα, την πίπιζα και το νταούλι. Νταούλι ήταν στην κάθε παρέα  που λέγονταν στην γύφτικη γλώσσα ζυγιά ή ένα ή το πολύ δυό. Πίπιζες δυό οπωσδήποτε είτε περισσότερες. Απ’ τις πίπιζες η μιά ήταν η πιο βασική. Την έπαιζε ο πιο έμπειρος Γύφτος οργανοπαίχτης που τον αποκαλούσαν  «Μάστορα».
Σ’ εκείνον αποτείνονταν οι χορευτές και του έλεγαν πιο τραγούδι θέλουν να τους παίξει για να χορέψουν. Κι’ αυτουνού το κούτελο το ασήμωναν κολώντας του παράδες.  Η πίπιζα είναι ο πρόδρομος του κλαρίνου και των πνευστών γενικά λαικών οργάνων. Η καταγωγή τους είναι από την Ασία . Ήρθε στην χώρα μας γύρω στα 1200 – 1300 μ. Χ. μαζί με τους τσιγγάνους. Γίνεται από καλάμι.  Το νταούλι είναι πανάρχαιο μουσικό όργανο που έχει κάποια ανεξήγητη σχέση με τον πρωτογονισμό στην ψυχή του ανθρώπου.
Το τραγούδι το παίρνει πρώτα ο κορυφαίος, τραγουδά μια στροφή του, που κατόπι, την ίδια στροφή , την επαναλαμβάνουν οι άλλοι. Το ίδιο και στο χορό. Το τραγούδι του χορού το λέει ο κορυφαίος, που συνήθως είναι και ο πιο καλλίφωνος και κατόπι την ίδια στροφή την επαναλαμβάνουν οι λοιποί. Η φωνητική μουσική των δημοτικών μας τραγουδιών είναι βαθύτατα επηρεασμένα απ’ την φωνητική μουσική μουσική της εκκλησίας. Υποδηλώνει και η μουσική μας , το αργό βασανιστικό ξετύλιγμα της κοινωνικής μας ζωής και το απόσταγμα απ΄ το φορτίο του κοινωνικού βίου. Άμα  ακούς ένα τροπάρι στην εκκλησία κι ένα τραγούδι δημοτικό νιώθεις αμέσως πόσο το ένα επηρεάζει στο σκοπό του το άλλο. Άμα ακούς ένα τραγούδι επιτραπέζιο ή του χορού άσχετο από τα λόγια του, ο αχός του είναι σαν κλάμα.

‘’ΟΙ ΓΥΦΤΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΜΑΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ‘’   , ΤΑΚΗ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

‘’ Οι δε Μεσολογγίται εις όλον το διάστημα της πολιορκίας έδωκαν άπειρα δείγματα της καρτερίας και γενναιοψυχίας των , διότι ήταν εκ των πρώτων, όπου να ριψοκινδυνεύουν , οι πρώτοι εις τας μάχας και όπου ηρίστευον ελάμβαναν μόνοι σχεδόν και πάντοντε μέρος εις τας εξόδους , αφήνοντες κατά ταύτας τους πλειότερους νεκρούς και επέστρεφαν με τους περισσότερους τραυματίας. Εφύλαττον δε πάντοτε τας πλέον επικινδύνους θέσεις και ως πυροβολισταί εις τα κανονοστάσια και με τα τουφέκια εστέκοντο εις τας επάλξεις ’’ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΠΥΡΟΜΗΛΙΟΣ

'' Ζαρκαδοπαφίλια έλεγε τους Βαλτινούς γιατί φορούσανε πολλά και πλούσια αργυροχρυσωμένα στολίδια (χα’ι’μαλία , τσαπράζια , γατζούδια και τοκάδες) στα στήθια , στα ποδάρια , στο σελάχι κι’ απάνου στ’ άρματα μοιάζοντας με τα ζαρκάδια που τα ημέρωναν οι παλιοί Αρματωλοί και τα σέρνανε μαρτίνια στολισμένα με πολλά παφίλια '' - ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑ’Ι’ΣΚΑΚΗΣ

«Μεγάθυμοι» και «Μενεχάρμαι» - ΌΜΗΡΟΣ